- αγγελοζωγραφιστός
- η , ό см. αγγελοκαμωμένος
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
αγγελοζωγραφιστός — ή, ό αυτός που μοιάζει με ζωγραφισμένο άγγελο, ο εξαιρετικά όμορφος. [ΕΤΥΜΟΛ. < άγγελος + ζωγραφιστός] … Dictionary of Greek
αγγελοζωγράφιστος — η, ο ωραίος σαν να χει ζωγραφιστεί από άγγελο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αγγελογραμμένος — η, ο 1. ο αγγελοζωγραφιστός* 2. ο ετοιμοθάνατος, επειδή θεωρείται σαν γραμμένος από τον ψυχοπομπό άγγελο στον κατάλογο τών μελλοθανάτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < άγγελος + γράφω] … Dictionary of Greek